Πρεσβευτής Καλής Θελήσεως του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες

2006

Στις 5 Οκτώβριου του 2006 γίνεται η ανακήρυξη του Γιώργου Νταλάρα σε Πρεσβευτή Καλής Θελήσεως του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Η τελετή πραγματοποιείται στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής, παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια και πλήθος κόσμου.

Η Karen Madeleine Farkas, εκπρόσωπος της Υ.Α στην Ελλάδα, σχετικά με το σκεπτικό της απόφασης ανακήρυξης του Γιώργου Νταλάρα σε έναν από τους Πρέσβεις Καλής Θελήσεως του Ο.Η.Ε:
”Εξοχότατε,
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας εδώ απόψε μαζί μας για να γιορτάσουμε μια συνεργασία που έχει ξεκινήσει εδώ και πάνω από πέντε χρόνια ανάμεσα στον καταξιωμένο καλλιτέχνη Γιώργο Νταλάρα και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Η αρχαιότερη αναφορά για την τραγωδία των προσφύγων και την ευγενή πράξη της χορήγησης ασύλου σε αυτούς τους ανθρώπους, μας έρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Ήδη από τον 5ο π.Χ. αιώνα μεγάλοι τραγωδοί όπως ο Αισχύλος και ο Ευριπίδης μίλησαν μέσα από το έργο τους για ιδέες που παραμένουν σήμερα τόσο αληθινές, όσο και πριν από τόσους πολλούς αιώνες. Η απώλεια της πατρίδας, είτε μιλάμε για την Τροία είτε για την Παλαιστίνη, η αναγκαιότητα να διαφύγουν την απειλή του θανάτου, είτε πρόκειται για την Αρχαία Σπάρτη είτε για το Νταρφούρ, είναι μια τραγωδία που συγκινεί τους ανθρώπους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης αλλά και σε όλες τις εποχές.
Οι Έλληνες έχουν εκφράσει αυτό το συναίσθημα μέσα από θαυμαστά και διαχρονικά έργα τέχνης, στο θέατρο και στη μουσική.
Το 1972, πενήντα χρόνια μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής το 1922, ένα τραγούδι σε μουσική του Απόστολου Καλδάρα και στίχους του Πυθαγόρα φέρνει στην επιφάνεια μνήμες από τις τραγικές εικόνες της “Προσφυγιάς” :

Πάνε και έρχονται καράβια
Φορτωμένα προσφυγιά
Βάψαν τα πανιά τους μαύρα
Τα κατάρτια τους μαβιά

Σε ποια πέτρα, σε ποιο χώμα
Να ριζώσεις τώρα πια
Κι απ’ το θάνατο ακόμα
Πιο πικρή είσαι προσφυγιά

Που να βρίσκεται ο πατέρας
Ψάχνει η μάνα για παιδιά
Μας εσκόρπισε ο αγέρας
Σε άλλα γη, σε άλλη στεριά

Ένας νέος άντρας έντυσε με τη φωνή του αυτό το τραγούδι και την εικόνα των καραβιών που μετέφεραν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα το 1922 – ο άντρας αυτός ήταν ο Γιώργος Νταλάρας. Σήμερα η φωνή του έχει γίνει γνωστή σε ολόκληρο τον κόσμο για την εκφραστικότητα με την οποία τραγούδησε ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια της σύγχρονης Ελλάδας, πολλά από τα οποία συνεχίζουν να μας ευαισθητοποιούν για τον πόνο των άλλων. Σε μια πικρή ανάμνηση εκείνων των παλιών εικόνων της “Προσφυγιάς” πολλοί από τους σημερινούς πρόσφυγες εξακολουθούν να έρχονται με καράβια από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Αυτή τη φορά όμως είναι πλαστικές βάρκες, χωρίς πανιά. Αλλά η αγωνία και η απόγνωση είναι η ίδια. Και η αναγκαιότητα μιας φωνής, όπως αυτή του Γιώργου Νταλάρα, να μιλήσει στον κόσμο για αυτή την αγωνία και την απόγνωση, είναι μεγαλύτερη από ποτέ”.

 

Η ευχαριστήρια ομιλία του Γιώργου Νταλάρα: ”Θέλω να ευχαριστήσω την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, την κυρία Karen Farkas και την Ελληνική Αντιπροσωπεία ιδιαίτερα, για την μεγάλη τιμή αυτής της διάκρισης. Όμως αισθάνομαι λίγο αμήχανα να επιβραβεύομαι για πράξεις και ενέργειες μου, που από μικρός τις θεωρούσα αυτονόητες με την ιδιότητά μου σαν καλλιτέχνης και σαν πολίτης. Για αυτό αποδέχομαι αυτόν τον τίτλο όχι σαν επιβράβευση αυτών που έχω κάνει, αλλά σαν δέσμευση για αυτά που θα συνεχίσουμε να κάνουμε η οικογένειά μου και εγώ, όσο μπορώ και όσο αντέχω.

Για μένα η υπόθεση των προσφύγων δεν είναι κάτι ξένο. Έζησα μαζί με αυτό το πρόβλημα και με επηρέασε πολύ στον τρόπο που έβλεπα τους συνανθρώπους μου. Έζησα σαν παιδί τη δυσκολία, την αγωνία και τον πόνο του να είσαι πρόσφυγας, όχι ο ίδιος, αλλά από την πλευρά της οικογένειας της μητέρας μου, – έζησα όμως ο ίδιος και βίωσα έφηβος και νέος την δικτατορία, τη δυστυχία των συμπατριωτών μου που εκδιώχθηκαν και βασανίστηκαν για τις ιδέες και τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, και έγιναν πρόσφυγες στο εξωτερικό ή ακόμα πρόσφυγες και εξόριστοι στον ίδιο τους τον τόπο. Έζησα το δράμα των προσφύγων της Κύπρου, της Ίμβρου, της Τενέδου, της Πόλης και βέβαια επιλέγοντας μέσα από την προσωπική μου διαδρομή, τη δουλειά και την τέχνη μου ένα συγκεκριμένο τρόπο έκφρασης και πορείας, γνώρισα μέσα από τις εκατοντάδες συναυλίες διαμαρτυρίας και συμπαράστασης το δράμα των προσφύγων σε όλο τον κόσμο και πρόσφατα, τις τελευταίες δεκαετίες, δίπλα μας εδώ πάνω στην ταραγμένη γειτονιά μας στα Βαλκάνια. Και δεν έκανα τίποτα περισσότερο από το να ανταποκριθώ σαν πολίτης του κόσμου. Αν με ρωτούσατε γιατί δεν στάθηκα αποκλειστικά στο τραγούδι και στην τέχνη μου, που είναι τόσο σημαντική για μένα, θα απαντούσα ότι ακριβώς επειδή το θεωρώ πολύ σοβαρή υπόθεση, δεν θέλω να ζήσω μόνο την ευδαιμονία της μικρής καθημερινότητάς μου, δεν θέλω να πάει η ζωή μου στα χαμένα.

Τις τελευταίες δεκαετίες παρακολουθώντας τα γεγονότα, στεκόμαστε αμήχανοι στην αντίφαση όπου ο άνθρωπος επιδίδεται με τόσο μεγάλη επιτυχία σε τεχνολογικά, επιστημονικά και υλικά επιτεύγματα, και υστερεί σε συναίσθημα και ανθρωπιά, με αποτέλεσμα αυτή η αδιαφορία του σε πολλά επίπεδα να τον κάνει στην καλύτερη περίπτωση, αφελή και ανώριμο πολιτικά και στην χειρότερη, βάρβαρο. Εγώ δεν θέλω να το ακολουθήσω αυτό. Έχω ανάγκη να παραμελήσω καμιά φορά άλλα πράγματα και να κρατήσω ανοιχτή την ψυχή και το μυαλό μου στον παραλογισμό που συμβαίνει και εκτυλίσσεται καθημερινά δίπλα μας και μακριά μας.

Δυστυχώς μετράμε στις μέρες μας 21 εκατομμύρια πρόσφυγες, πάνω από τους μισούς γυναίκες και παιδιά θύματα διωγμών και των πολέμων. Γιατί στον τελικό απολογισμό ο πόλεμος έχει μόνο ηττημένους. Πολιτικοί πρόσφυγες θύματα των ιδεών τους και της ελεύθερης σκέψης τους, άνθρωποι που αφήνουν πολλές φορές τα σπίτια τους με ένα μισογεμάτο πιάτο στο τραπέζι, αναγκασμένοι να παίξουν με το ζόρι ένα μακροχρόνιο κυνηγητό και κρυφτό που δεν επέλεξαν ποτέ με τη θέλησή τους. Τι έκανα άραγε και τι θα μπορούσα να κάνω εγώ για αυτούς τους ήρωες; Να υποκλιθώ με θαυμασμό μπροστά στην αντοχή και το μεγαλείο τους και να τους προσφέρω το τραγούδι μου, τη φωνή της ψυχής μου. Το ξέρω ότι είναι κάτι πολύ μικρό, όμως δεν δέχομαι ότι είναι ματαιότητα ή ουτοπία. Και αυτό το τραγούδι ανήκει πρώτα από όλα σε αυτούς που το εμπνεύστηκαν και το έγραψαν. Λόγια και μουσικές. Και θέλω μια και μου δίνεται η ευκαιρία, να ευχαριστήσω τους αγαπημένους μου δασκάλους, που άλλοι είναι εδώ παρόντες σήμερα και άλλοι είναι εκεί πάνω, που μου έδωσαν λόγο και ήχο για να μπορώ έτσι – μαζί με τα χρήσιμα και αναγκαία ψυχαγωγικά τραγούδια της χαράς και της διασκέδασης να υπηρετώ και ένα τραγούδι ανθρωποκεντρικό που προάγει και στηρίζει τον πολιτισμό, την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, την ανοχή, τη συμμετοχή στα κοινά και ιδιαίτερα σε θέματα τόσο σοβαρά όσο αυτά των προσφύγων.

Ειδικά στη χώρα μας, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και μετά την ένταξή της στην ενωμένη Ευρώπη, η Ελλάδα αποτελεί πόλο έλξης για πρόσφυγες και οικονομικούς μετανάστες, χρειάζεται μια υπεύθυνη πολιτική από το κράτος και από τους αρμόδιους φορείς για να αντιμετωπισθεί στο μέτρο του δυνατού το οξύτατο πρόβλημα της υποδοχής, της περίθαλψης και του ασύλου. Θέλω επίσης να πω ότι, ότι θετικό έχει προκύψει μέσα από τις συναυλίες μου για αυτούς τους σκοπούς – πέρα από την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση – η όποια οικονομική συνδρομή και ενίσχυση, οφείλεται κυρίως σε αυτόν τον κόσμο, στις χιλιάδες ανθρώπων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό που με τίμησαν και με τιμούν με την αγάπη και την εμπιστοσύνη τους στηρίζοντας τις επιλογές μου. Και σε αυτούς χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ.

Σας ευχαριστώ για ακόμη μία φορά, για την τιμή και την μεγάλη συγκίνηση που μου δώσατε”.

Ανακαλύψτε περισσότερα γεγονότα για τον Γιώργο Νταλάρα...