“Τον γνώρισα το 1968, μέσω του Μάνου Λοΐζου, που ήρθε μια ημέρα και είπε με μεγάλο θαυμασμό: «Γνώρισα έναν πιτσιρικά που είναι καταπληκτικός τραγουδιστής. Αλλά είναι και πολύ όμορφος, πολύ ευγενικός, μοιάζει με φοιτητή που πηγαίνει στο πανεπιστήμιο». Πραγματικά εντυπωσιάστηκα όταν τον συνάντησα στα σκαλιά της Κολούμπια, ένα αγοράκι θα έλεγα, λεπτό, ντροπαλό, ευαίσθητο. Δεν του μίλησα όμως χαϊδευτικά γιατί ούτε τη φωνή του ήξερα ακόμη ούτε και ήθελα να πάρει αέρα. Του μίλησα άγρια, όχι άγρια, αυστηρά. Η φωνή του ήταν στη «γραμμή» του μεγαλύτερου ως τότε τραγουδιστή, του Γρηγόρη Μπιθικώτση, με τον οποίο είχα συνεργαστεί και είχα κάνει μαζί του πολλά τραγούδια. Αλλά ο Νταλάρας ήταν φρέσκος (όχι ότι ο Μπιθικώτσης είχε γεράσει), είχε μια φωνή που σε δονούσε. Έλαμπε. Την εποχή εκείνη κάναμε με τον Λοΐζο τον πρώτο μας μεγάλο δίσκο, τον «Σταθμό». Είχε σχεδόν ολοκληρωθεί ο δίσκος όταν γνωριστήκαμε με τον Νταλάρα, γι’ αυτό υπάρχει ένα μόνο τραγούδι με τον ίδιο, το «Ήτανε οκτώ εννιά». Αν και το τραγούδι αυτό τον άφηνε αδιάφορο, το είπε πολύ καλά, και μάλιστα με την πρώτη. Από τότε αρχίζει μαζί του μια συνεχής συνεργασία και μια αδιατάραχτη φιλία.” / Λευτέρης Παπαδόπουλος, ΝΕΑ Δεκέμβρης 2013